Γ. Παπαδόπουλος Τετράδης tetradis@enet.gr.
Μπορεί να ακουστεί παράξενο, αλλά κατά τη γνώμη μου το σημαντικότερο γεγονός εδώ και πολύ καιρό στα ανθρώπινα είναι ο απεγκλωβισμός των 33 μεταλλωρύχων από τα 700 μέτρα βάθος του ορυχείου, όπου ήταν θαμμένοι.
Για να είμαι πιο ακριβής, δεν είναι ο απεγκλωβισμός το σημαντικό αλλά η ίδια η θέση αυτών των ανθρώπων εκεί κάτω και η στάση που κράτησαν επί 68 μέρες στα έγκατα της γης. Μια στάση που φαίνεται να μην έγινε κατανοητή από μια τάξη του πάνω κόσμου, η οποία χτίζει και δημιουργεί πρότυπα ανθρώπων που όλο και πιο πολύ δυσκολεύονται να ζήσουν σ' αυτόν τον κόσμο.
Δεν έχει αναδειχτεί το μείζον, φερ' ειπείν, ότι ο ένας και μοναδικός παράγοντας που έφερε πίσω σώους και αβλαβείς τους ανθρώπους δεν ήταν μήτε το σώμα τους ούτε η οικονομική τους επιφάνεια, ούτε η ομορφιά τους, ούτε η θέση τους στην κοινωνία. Αλλά η συναισθηματική δύναμη κάποιων από αυτούς. Αυτό που οι πολλοί άνθρωποι λένε ψυχή και που οι λίγοι υποψιάζονται ότι έχει να κάνει με την ενέργεια του σώματος σε σχέση με το περιβάλλον του.
Ας λέγεται όπως θέλει. Απ' όπου και αν ορμάται, δεν είναι τυχαίο που όλοι καταλαβαίνουμε για τι μιλάμε. Και μιλάμε για το ίδιο πράγμα.
Αυτή, λοιπόν, η ψυχή κάποιων από τους θαμμένους μεταλλωρύχους ήταν που κράτησε τα 700 μέτρα χώμα και βράχια από πάνω από τους υπόλοιπους και δεν έπεσαν να τους πλακώσουν όλους. Να τους πλακώσουν πραγματικά. Γιατί εκεί, στα πολύ δύσκολα, όπως και σε κάθε πολύ δύσκολα, αυτό που σώζει τους ανθρώπους ή τους καταστρέφει δεν είναι ούτε ο πλούτος, ούτε η ομορφιά τους, ούτε η μούρη τους στην κοινωνία. Είναι το τσαγανό που κουβαλάνε μέσα τους.
Αυτούς τους 33 του κάτω κόσμου τους έσωσαν εκείνοι που με τη στάση τους έγιναν παράδειγμα και στήριγμα για τους υπόλοιπους. Αυτοί, που και τους ακραία φοβισμένους και τους πανικόβλητους τους μετέτρεψαν σε γενναίους ανθρώπους. Γενναίους μέσα τους.
Ακούγεται έτσι σαν γελοιότητα και σαν να μην έχει επαφή με την πραγματική φύση των ανθρώπων ο τόσος τονισμός για την ανάγκη μέχρι και εξάμηνης ψυχολογικής στήριξης των πρώην εγκλωβισμένων, από επαγγελματίες του είδους. Οπως υπερβολή ακούγεται και η τόση υπερπροστασία, που διαχύθηκε αίφνης από τον μιντιόκοσμο γι' αυτούς, που μπήκαν στη στοά σαν άνθρωποι καθημερινοί και βγήκαν γίγαντες.
Αυτό που η σύγχρονη μαμοθρεφτολογία έχει αναδείξει σαν κυρίαρχο τρόπο, σαν οδηγό, σαν πρότυπο ζωής, έρχεται η ίδια η ζωή να το χλευάσει. Πόσο φτωχός ουσιαστικά είναι ο ψυχολόγος, που θα καθήσει απέναντι απ' το θηρίο. Ενα θηρίο που πάλεψε και νίκησε κάθε αρχέγονο φόβο. Και επιβιώνοντας επιβεβαιώθηκε σχεδόν απόλυτα.
Πόσο αμετροεπής θα ήταν ένας επιστήμονας που θα αναλωθεί σε ερωτήσεις αξιολόγησης, αντί να ρωτάει ευλαβικά να μάθει ο ίδιος, να δει, να καταλάβει πώς γίνεται η αδυναμία δύναμη. Και, τελικώς, πώς κερδίζει κανείς τον εαυτό του.
ΥΓ Για τρίτη φορά μέσα στο 2010 έκλεισε ο χώρος της Ακρόπολης από τους εργαζόμενους, που διαμαρτύρονται για τη μεταχείρισή τους από το ελληνικό κράτος. Οπου κράτος είναι όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Είναι να αναρωτιέται κανείς πόση βία έχουν υποστεί αυτοί οι άνθρωποι στη ζωή τους ώστε να ξηλώνουν την κλειδαριά του αρχαιολογικού χώρου για να βάλουν μια δική τους.
Και πόση βία έχουν υποστεί για να κλειδώνουνε τον κόσμο, που έχει ταξιδέψει τον μισό πλανήτη για να δει τα μάρμαρα, απ' έξω, όχι για πρώτη φορά.
Πόση βία έχουν υποστεί, που να μη φτάνει απλώς το κλείσιμο των εκδοτηρίων των εισιτηρίων, ώστε να βλάπτεται πραγματικά μόνο ο αδικοπραγών, το κράτος;
Πόσες κυβερνήσεις από το 1997 και δώθε, τους τάζουν από τα αυτονόητα μέχρι λαγούς με πετραχήλια, για να κρατάνε ομήρους αυτούς, που στην ουσία φυλάνε ό,τι λαμπρότερο έχει πάνω της η γη του τόπου;
Πόσες κυβερνήσεις τους ψυθιρίζουνε στ' αφτί ταξίματα μέχρι παρανομίας για να τους έχουν να δουλεύουνε, φτηνό προσωπικό, αναλώσιμο στα διεστραμμένα καπρίτσια του κάθε νομοθέτη;
Κάτω απ' την Ακρόπολη παίζεται η φαρσοκωμωδία της σύγκρισης. Ο πολιτισμός που κάποτε αναδείχτηκε και ο πολιτισμός που υπάρχει. Το γελοίο είναι που ο ένας περηφανεύεται ότι είναι συνέχεια του άλλου. Ντροπή. |
Οι απεγκλωβισμένοι μεταλλωρύχοι και η ιστορία τους είναι μια ευκαιρία να δει η κοινωνία τον εαυτό της στον καθρέφτη. Να διαπιστώσει για χιλιοστή φορά ότι οι άνθρωποι δεν χρησιμεύουν στον εαυτό τους αν πλάθονται για κουλουράκια. Αλλά για σίδερα.
Οι άνθρωποι δεν χρησιμεύουν στην κοινωνία τους αν προστατεύονται. Αλλά αν κινδυνεύουν. Οι άνθρωποι δεν δένονται μεταξύ τους με δεσμούς φιλίας, που είναι η πιο στενή σχέση ασφάλειας και ζεστασιάς, μέσα από την ανεμελιά. Αλλά μέσα από τη δοκιμασία. Οι άνθρωποι δεν απελευθερώνονται με την προστασία. Αλλά με την εγκατάλειψη.
Οι μεταλλωρύχοι της Χιλής βγήκαν από τα έγκατα της γης και μέσα στις αγκαλιές και τα δάκρυα των δικών τους ανθρώπων μπορούσε να δει κανείς τι άλλο τους κρατούσε ζωντανούς, γενναίους και αποφασισμένους:
Γυναίκες με μισοκούρελα και παιδιά ξυπόλητα και γριές και γέροι απεριποίητοι και φτωχοί. Πραγματικά φτωχοί. Αυτή η φτώχεια ήταν η περιουσία τους η ανεκτίμητη. Αυτή η φτώχεια ήταν ο πλούτος τους όλος. Που δεν μπορούσε να τον εξαγοράσει ο πλούτος του κόσμου όλου. Αυτό είχαν, και τη ζωή τους. Τίποτε άλλο; Την περηφάνια τους. Γι' αυτό που είναι.
Οι κάμερες συνόδευαν τους τελευταίους, που έφευγαν από τους μαχαλοκαταυλισμούς, με κάτι σακαράκες από τα διαλυτήρια αυτοκινήτων. Κάτι σκηνές από χαρτί φτιαγμένες. Με στρώματα τρυπημένα, και για σκεπάσματα κουρέλια ρούχων, πολύχρωμα, σαν την απροσποίητη χαρά, που έχουν οι άνθρωποι στις Ανδεις.
Αυτή ήταν η περιουσία των τριάντα τριών μεταλλωρύχων της πιο άγριας ερήμου σ' αυτό τον πλανήτη. Της Ατακάμα. Γι' αυτή και για τις ζωές τους λαχταρώντας επέζησαν. Γιατί ζωή χωρίς την αγκαλιά της αγαπητικιάς και της γυναίκας, του φίλου, του πατέρα και της μάνας, της κόρης, του γιου κι αυτών που αγαπάς, είναι ζωή σε φτώχεια τρισχειρότερη.
Φτώχεια για μια ανθρωπότητα που έχει εμπρός της τη ζωή να της θυμίζει πού είν' ο δρόμος. Κι αυτή, ανέμελη, σαν καλομαθημένη ανήλικη να ξεπουλάει τον εαυτό της για δυο χαρτονομίσματα ακόμα. Και δυο ακόμα. Και δυο ακόμα. Μέχρι πορνείας.
πηγή:
Ελευθεροτυπία